Στο λιμάνι της Σητείας
Ξεκινήσαμε μια ομάδα 22 μελών του Συλλόγου και φίλων, την Παρασκευή 2/7ου, από διάφορα σημεία του Νομού, οι περισσότεροι άγρυπνοι, για να μπορέσουμε να είμαστε εγκαίρως στη Σητεία για την αναχώρηση. Ελάχιστη η κίνηση, το πλοίο σχεδόν άδειο. Για το Paros jet έχουμε να παρατηρήσουμε ότι είναι άνετο, καθαρό, με τη δυνατότητα να ‘φορτώσεις’ και το αυτοκίνητο ή τη μηχανή σου και το κυριότερο φεύγει στην ώρα του, χωρίς καμία καθυστέρηση. Ξεκινά από Σητεία 8 το πρωί (κάθε Δευτέρα, Παρασκευή, Κυριακή) κι επιστρέφει 7-8 το βράδυ, αφού περάσει σταδιακά από Κάσο, Κάρπαθο, Χάλκη, Ρόδο κι ενίοτε Διαφάνι. Για την Κάσο δε, μπορεί κάποιος να επιχειρήσει μια μικρή ημερήσια εξόρμηση, αφού του μένει αρκετός χρόνος, να εξερευνήσει τουλάχιστον το Φρυ. Απαραίτητη η μάσκα και Πιστοποιητικό εμβολιασμού ή rapid test σύμφωνα με τα νέα μέτρα covid. Πάντως για να ‘μαστε ειλικρινείς εμάς έλεγχο δε μας έκανε κανείς τελικά.
Άφιξη στην Κάσο
Μετά από μιάμιση ώρα ταξίδι ακριβώς πιάνουμε το λιμάνι της Κάσου στην πρωτεύουσα, το Φρυ (ασυνήθιστο όνομα, βγαίνει από το ‘φρύδι’ μαθαίνουμε). Αφού μας ξεφορτώνει βιαστικά, το πλοίο φεύγει χωρίς καθυστέρηση. Χωρίς να έχουμε καταλάβει ακόμα που βρισκόμαστε, μας πλησιάζει ένα ζωηρό πλήθος ανθρώπων. Μία νεαρή γιατρός, με γάντια στα χέρια, μας πληροφορεί ότι όποιος θέλει rapid test, μπορεί να κάνει δωρεάν στο λιμάνι με έξοδα του Δήμου (η Κάσος συγκαταλέγεται στα covid free νησιά, έχει εμβολιαστεί το 93% των κατοίκων της!). Κάπου ακούμε τ’ όνομά μας: οι Περιπατητές, η μικρή αλλά καλά οργανωμένη ομάδα πεζοπόρων του νησιού, με την οποία ήδη είχαμε έρθει σε επαφή και είχαμε καταστρώσει το πρόγραμμα, πριν την άφιξη μαςί. Χαμόγελα και χειραψίες α λα covid. Εκπρόσωποι του Δήμου Κάσου -τι τιμή!-, η Δήμαρχος λείπει σε συνέδριο εκτός νησιού μας λένε απολογητικά. Αγροτικά έρχονται να μας μαζέψουν για τα δωμάτια –ευχάριστη έκπληξη-. Μαζευόμαστε για μια αναμνηστική φωτογραφία όλοι μαζί, φεύγουμε κατά ομάδες και δίνουμε ραντεβού σε μια ώρα στην Μπούκα, για να σχεδιάσουμε την κοινή μας δράση.
Η Μπούκα στο Φρυ
Όσο κουρασμένος απ’ το ταξίδι και να ‘ναι κανείς, όσα όμορφα μέρη κι αν έχει δει, η Μπούκα , ο μικρός κόλπος όπου αράζουνε τα ψαροκάικα, κάτω από τη γαλανόλευκη κεντρική εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα με το εξαίρετο καμπαναριό, μέρος που το είχαμε δει σε πολλές φωτογραφίες, αλλά δε συγκρίνεται με την πραγματικότητα, σου κόβει την ανάσα. Μοιραζόμαστε στα καφενεδάκια περιμετρικά της μαρίνας, αρχίζουν οι συστάσεις και πέφτουν βροχή οι ερωτήσεις. Παρά το ότι φτάσαμε με συνθήκες καύσωνα, αποφασίζουμε –με κάποιο σκεπτικισμό είν’ αλήθεια- να βρεθούμε ξανά το βράδυ, 5.30 η ώρα για την απογευματινή προγραμματισμένη πεζοπορία στο πιο ψηλό βουνό του νησιού, τον Πρίωνα. Χωριζόμαστε, άλλοι παν’ για φαγητό, άλλοι για ξεκούραση, άλλοι για μπάνιο στον Εμπορειό.
Ο Εμπορειός
Ο Εμπορειός είναι γειτονικός παραθαλάσσιος οικισμός, που αποτελούσε το παλιό λιμάνι, γι’ αυτό είναι προστατευμένος και απάνεμος. Πας εκεί με 15’ περπάτημα. Έχει ταβέρνα, λίγα κτίρια και παραλία με αμμουδιά. Εντύπωση μας κάνει η περίφραξη με σημαδούρες στο κεντρικό του μέρος, όπου παίζει ξεφωνίζοντας μια ομάδα μικρών παιδιών. Προσφορά του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου, μαθαίνουμε, που στέλνει κάθε καλοκαίρι δάσκαλους κολύμβησης ν’ απασχολούνε τα παιδιά!! Μπράβο!
Στον Πρίωνα
5.30 η ώρα ακριβώς, όσοι δε φοβήθηκαν τη ζέστη, μαζευτήκαμε στο περίπτερο (όνομα και πράγμα, φωτογραφήθηκε από πολλούς σαν αξιοθέατο, γιατί είναι σαν εκείνα τα παλιά, που σπάνια τα βρίσκεις πια), σημείο συνάντησης όλων των εξορμήσεων μας και τις επόμενες μέρες. Επιβιβαζόμαστε στα αυτοκίνητα των Περιπατητών –ούτε λόγος να τους δώσουμε ένα μικρό αντίτιμο για τη βενζίνη, ‘μας προσβάλετε’, λένε- και μετά από εικοσάλεπτη ανηφορική οδήγηση φτάνουμε στο σημείο αφετηρίας της πεζοπορικής διαδρομής. Στο δρόμο θαυμάζουμε τις ξερολιθιές, ‘βαστάους’ για τους ντόπιους, γιατί ‘βαστάνε’ το έδαφος, μνημεία αρχιτεκτονικής οριοθέτησης του χώρου, που δείχνουν ότι το άγριο ξερό τοπίο στο παρελθόν είχε περάσει μεγάλες δόξες. Περνάμε απ’ το χωριό Πόλι και διακρίνουμε το λόφο με την αρχαία ακρόπολη, στην οποία πιθανόν οφείλει και το όνομα του. Σε υψόμετρο 372 μέτρα σταματάμε και αρχίζει η πορεία ως τα 601, στην ψηλότερη κορφή του νησιού.
Ξεκινάμε με ομαλή λοξή ανηφορική ανάβαση, στην αρχή από μονοπάτι κι έπειτα ελεύθερα στα πλάγια του βουνού. Περνάμε το εκκλησάκι του Αγίου Χαράλαμπου, μαντριά με τοιχία πετρόκτιστα σε ένα τοπίο με χαμηλούς θάμνους, κυρίως θυμάρια, ξερό και ταλαιπωρημένο από την ξηρασία και τον άνεμο. Όσο ανεβαίνουμε, αεράκι μας δροσίζει και ξεδιπλώνεται η θέα: αριστερά και κάτω το Φρυ κι οι παραθαλάσσιοι οικισμοί, δεξιά το βαθύ πέλαγος και στο βάθος η Κάρπαθος. Στο δρόμο τρομάζουμε με την παρουσία μας απίστευτο αριθμό από πέρδικες, ενώ άλλα πουλιά μας παρατηρούν από ψηλά. Μια θάλασσα από κατσίκια τρέχει στην κορφή παράλληλα με μας κάνοντας απίστευτη φασαρία, κοντοστέκονται για λίγο για μια γρήγορη φωτογράφηση κι έπειτα συνεχίζουν την πορεία τους. Το νησί βασίζεται στην κτηνοτροφία, εύκολο να το καταλάβει κανείς, γι’ αυτό κινδυνεύει κι απ’ την αποψίλωση. Όριο 150 προβάτων κατά βοσκό επιβάλλει ο νόμος κι επίσης να επιτρέπεται η βόσκηση εναλλάξ κάθε χρόνο μια στο βόρειο και μια στο νότιο τμήμα του νησιού. Αρκετές καταπατήσεις γίνονται ωστόσο, σχολιάζουν οι ντόπιοι συνοδοιπόροι μας. Φτάνουμε στην κορφή σκαρφαλώνοντας σε βράχια, που θυμίζουν φυσικό οχυρό, αλληλοφωτογραφιζόμαστε, περήφανοι που τα καταφέραμε, κι αρχίζουμε την κατάβαση απ’ την άλλη μεριά. Στα αξιοσημείωτα του Πρίωνα το μικρό αγριοκουνελάκι, που βρήκαμε ζαρωμένο κάτω από ένα θάμνο να κάνει τον …ψόφιο κοριό, τα τρουλιά, μικρές πυραμίδες στο μπόι ανθρώπου, φτιαγμένες με μεράκι απ’ τους προγόνους μας, για να δείχνουν τα περάσματα και το καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα!
2η μέρα, 3 Ιουλίου
Πεζοπορία στα γύρω χωριά (Αρβανιτοχώρι-Αγία Μαρίνα)
Πρωινή πεζοπορία ξεκινώντας απ’ το Φρυ (στο γνωστό μας περίπτερο) και με αρχηγό το Δημήτρη τον Ρίνη, που έρχεται στην Κάσο κάθε καλοκαίρι, αλλά είναι Θεσσαλός και ορειβάτης του ΕΟΣ Καρδίτσας, δηλαδή …‘συνάδελφος’. Ζέστη πολλή και υγρασία έχει σαν αποτέλεσμα σε κάθε στροφή να αυτομολούν μερικοί για επιστροφή στην δροσιά της παραλίας! Αρχικά ανηφορήσαμε ως τ’ Αρβανιτοχώρι, όμορφο χωριό, παραδοσιακό, με ερειπωμένα σπίτια, αλλά και αρκετά αναπαλαιωμένα. Κάνουμε στάση στην κεντρική εκκλησία, τον Άγιο Δημήτριο, ξεκουραζόμαστε λίγο στον δροσερό περίβολο και θαυμάζουμε το βοτσαλωτό ψηφιδωτό δάπεδο της αυλής, που θα το δούμε στη συνέχεια και σ’ άλλα μέρη. Πέφτει σύρμα από κάποια μέλη, που συνέχισαν τη βόλτα στο γειτονικό στενό: ‘Ελάτε να δείτε το νεκροταφείο!’. Συστήνω ανεπιφύλακτα μια επίσκεψη στο συγκεκριμένο χώρο: κατ’ αρχήν απ’ έξω μοιάζει με μικρό κάστρο έτσι όπως είναι περιφραγμένο με ψηλό ασβεστωμένο μαντρότοιχο, που λάμπει κάτω απ’ τον δυνατό ήλιο, ενώ εξέχουν οι στέγες των τάφων, που είναι σαν μικρογραφίες σπιτιών και ναών, όπως διαπιστώνουμε κατά την είσοδό μας στο χώρο, όλοι προσεγμένοι, καθαροί, καλά διατηρημένοι, ενώ βλέπουμε ημερομηνίες που μας πάνε πολύ πίσω στο χρόνο! Στη συνέχεια ψάχνουμε την πλατεία με το παραδοσιακό καφενείο της Μαρούκλας, αλλά πληροφορούμαστε ότι ….ανοίγει μόνο το βράδυ! Θα το επισκεφτούμε αργότερα και το συστήνουμε για όσους χρειάζονται μια αποτοξίνωση από ….τις ψαροταβέρνες της παραλίας (εδώ θα βρείτε παϊδάκια ντόπια, συκώτι με καραμελωμένα κρεμμύδια, σουβλάκια κ.α.)! Για την ώρα ανηφορίζουμε προς την Αγία Μαρίνα, το μεγαλύτερο χωριό σε έκταση και σε πληθυσμό. Μας κάνουν εντύπωση οι πολλές εκκλησίες, αλλά και τα αναπαλαιωμένα καπετανόσπιτα-βίλες, μερικά με μια τάση υπερβολής. Εδώ δεν υπάρχουν ερειπωμένα σπίτια, όλα είναι φροντισμένα, φρεσκοβαμμένα. Εδώ το καλοκαίρι μαζεύονται οι Κασιώτες από την Αμερική, την Αυστραλία κι άλλα μέρη του εξωτερικού. Οι πλατείες γεμίζουν, τα παράθυρα ανοίγουν, τα σπίτια παίρνουν ζωή! Ήδη από τώρα, αν και αρχές Ιούλη, συναντάμε παρέες παιδιών και ηλικιωμένων, που μιλούν ανάμεικτα πότε ελληνικά (με την τραγουδιστή προφορά των Δωδεκανήσιων που θυμίζει κυπριακά) πότε αμερικάνικα. Σιγά-σιγά κατηφορίζουμε στο Φρυ, γιατί το μεσημεράκι μας περιμένει το ταξίδι στα Αρμάθια!
Νησίδα Αρμάθια
Διαβάσαμε πριν την επίσκεψη ότι το ταξίδι με καΐκι στο μεγαλύτερο απ’ τα Κασονήσια (βραχονησίδες) που τριγυρίζουν ΒΔ την Κάσο είναι must, γιατί εκεί θα βρούμε τα Μάρμαρα, την ‘πιο όμορφη παραλία της Μεσογείου’ με τα τιρκουάζ νερά! Πλην ως την τελευταία στιγμή δεν είμαστε σίγουροι. Πρέπει να μαζευτούμε πάνω από 20 άτομα, για να πραγματοποιηθεί το ταξίδι, μας μήνυσε ο καπετάνιος από την προηγούμενη. Μετριόμαστε, έρχονται κι άλλοι επισκέπτες απ’ την Κάρπαθο και ναι!!! Φύγαμε για τ’ Αρμάθια!!!
Αν και το καράβι είναι αρκετά μεγάλο (κάνει και τη διαδρομή Σητεία-Κάσο κάθε Πέμπτη μαθαίνουμε, αλλά και Κάσο-Κάρπαθο), κουνάει αρκετά, ‘πάντα φυσά στη στενωπό ανάμεσα σε Κρήτη-Κάρπαθο ’. Φτάνουμε στο νησάκι κι οι περισσότεροι αποβιβαζόμαστε κολυμπώντας. Με φουσκωτό φτάνουν οι αποσκευές μας. Η παραλία είναι όντως όμορφη, αμμώδης με γαλαζοπράσινα νερά, αλλά θέλει προσοχή, γιατί με τον αέρα τα κύματα κάνουν στροβιλισμό. Όποιος δε, έκανε τον κόπο να περπατήσει ως την άλλη άκρη της, θαύμασε τα κάθετα βράχια με την υφή μαρμάρου, που της δώσανε το όνομα. Επίσης, όποιος πρόσεξε –ονόματα δε λέμε- και το κενό που παρουσιάζουν στη βάση τους και το ακολούθησε έρποντας, έζησε μοναδική εμπειρία κι …έζησε, για να την αφηγηθεί!!!
Τώρα αν πας στ’ Αρμάθια και δεν πτοηθείς από τη ζέστη (δεδομένου ότι η επίσκεψη γίνεται καταμεσήμερο, για να συνδυαστεί με μπάνιο), μπορείς να επιλέξεις να εξερευνήσεις το νησί στα στενά χρονικά πλαίσια παραμονής σου σε αυτό. Το μέρος είναι γεμάτο εκπλήξεις. Κατ’ αρχήν διαθέτει κι άλλες παραλίες το ίδιο όμορφες κι εντυπωσιακές κι επιπλέον έρημες από κόσμο. Αν συνεχίσεις προς τα ενδότερα, θα βρεις μονοπάτια πολλά, δείγματα κατοίκησης. Με περπάτημα μισής ώρας προς τα δυτικά συναντάς δύο ‘λίμνες’, μία μεγάλη –μεγέθους αυτής του Αγίου Νικολάου- και μία μικρότερη, στρογγυλή. Είναι περίκλειστες, απομονωμένες απ’ τη θάλασσα, αλλά υποθέτεις ότι επικοινωνούν μαζί της κι ότι το νερό τους είναι θαλασσινό. Το πλήθος των πουλιών ωστόσο που μαζεύονται, τα βρύα που πρασινίζουν σε κάποια σημεία και τα κατσίκια που βλέπεις να σκύβουν στις όχθες, σου εγείρουν την υποψία ..‘Βρε μπας κι είναι πόσιμο;’. Ωστόσο το χρώμα –σκούρο μπλε κάπως απόκοσμο- σε αποτρέπει να βουτήξεις ή έστω να δοκιμάσεις. Στις όχθες των ‘λιμνών’ μπορείς να βρεις και πλήθος απολιθωμένων κοχυλιών, που εντυπωσιάζουν με το μέγεθός τους. Στην επιστροφή περνώντας παραλιακά συναντάς απίστευτους σχηματισμούς βράχων-μαρμάρων και ίχνη χρήσης του χώρου σαν νταμαριού. Ακόμα υπολείμματα μαντρότοιχων, ένα στρογγυλό καμίνι, βάσεις σπιτιών και πολλές-πολλές αναβαθμίδες, που δείχνουν ότι γινόταν εντατική καλλιέργεια στο νησί.
Για το τέλος άφησα το μόνο σύγχρονο οίκημα που φαινόταν κι απ’ το καράβι, για να δω ποιος ήταν ο ‘μερακλής’, που επέλεξε να κάνει τη βίλα του σε ένα τέτοιο απομονωμένο μέρος. Οίκημα κυλινδρικό στη μια μεριά με μισοσπασμένα παράθυρα και πόρτες, αραχνιασμένα ντουλάπια, βρωμισμένα κρεβάτια, με δυο σλίπινγκ μπαγκ ανοιγμένα ακόμα επάνω τους. Σίγουρα νεότερο κτίσμα, μοντέρνο και φανερά εγκαταλελειμμένο. Στην επιστροφή ο καπετάνιος θα μου λύσει πολλές απορίες: το κτίριο ανεγέρθηκε υπό την υπουργεία ‘τάδε’, για να δείχνει ‘φρέσκα’ δείγματα κατοίκησης στη βραχονησίδα υπό το φόβο αμφισβήτησης των Τούρκων –η εγκατάλειψη δείχνει και την αποτυχία του εγχειρήματος-, το νησί είχε οικισμό, αλλά εγκαταλείφθηκε πριν κάμποσες δεκαετίες, οι λίμνες επικοινωνούν μεν με τη θάλασσα, αλλά σε ένα σημείο αναβλύζει πηγή με γλυκό νερό (αν αναλογιστεί κανείς ότι στην απέναντι μεριά στο κατά πολύ μεγαλύτερο νησί της Κάσου δεν υπάρχει ούτε μία πηγή, σαφώς εντυπωσιάζεται!!!), και τέλος κάθε φθινόπωρο το πλοίο μεταφέρει ομάδα επιστημόνων-ερευνητών, που μελετούν τις λίμνες έχοντας την πεποίθηση ότι πρόκειται …για κρατήρες ηφαιστείων!! Amasing, που θα ‘λεγαν και οι φίλοι μας, οι Αμερικανοκασιώτες!
3η ημέρα, 4 Ιουλίου
Γύρος του νησιού με το λεωφορειάκι του Δήμου
Όλα καλά στην Κάσο, αλλά έχει ένα θέμα με τη συγκοινωνία, καθώς έχει δύο δημοτικά λεωφορεία, που κάνουν ένα γύρο τα χωριά μόνο τις καθημερινές, τα οποία είναι όλα έτσι κι αλλιώς μαζεμένα γύρω απ’ το Φρυ, και δεν υπάρχει καμία επικοινωνία με την ενδοχώρα και το νότιο τμήμα του νησιού. Το πρόβλημα αυτό ήρθε να το λύσει ο Δήμος Κάσου και τον ευχαριστούμε πολύ ‘δανείζοντας’ μας το ένα λεωφορείο του. Από το ταξίδι αυτό θα επικεντρωθούμε μόνο στα βασικά:
1)την επίσκεψη στις έξι εκκλησιές, μονόκλιτες κι αφιερωμένες η καθεμιά σε άλλο Άγιο, αλλά κολλημένες η μια δίπλα στην άλλη (μοναδικό φαινόμενο) στον οικισμό Παναγιά (ΒΑ του Φρυ),
2)το Μοναστήρι του Αη Γιώργη στις Χαδιές, πολιούχου του νησιού, από το οποίο ξεκινούν πολλές πεζοπορικές διαδρομές, κυρίως προς απομονωμένες παραλίες, πλην όμως πώς θα πας ως εκεί είναι το ζήτημα,
3)την πανέμορφη βοτσαλωτή παραλία Χέλατρο, στα νότια του νησιού, απ’ όπου έφυγε με βαρκάκι ο Βενιζέλος για την εξορία, υπάρχει και η σχετική προτομή. Αν κολυμπήσεις ή περπατήσεις παράλληλα στην αριστερή πλευρά της, θα αποζημιωθείς με σπηλιές, κολπίσκους, βράχια κι όμορφους γεωλογικούς σχηματισμούς, που θα σ’ αφήσουν μ’ ανοιχτό το στόμα. Επίσης είναι πολύ πλούσια σε ψάρια, όπως διαπίστωσαν όσοι βούτηξαν με μάσκα.
4)τις κοντινές στο Φρυ συνεχόμενες παραλίες της ΒΔ πλευράς, που φημίζονται για το ηλιοβασίλεμά τους: Αντιπέρατος, Αμμούα κ.α. Στην τελευταία έχει μια ταβέρνα-μπαρ που θυμίζει Χαβάη.
5) Όσον αφορά την ενδοχώρα του νησιού που διασχίσαμε εντυπωσιάζει με ..την ξηρότητα και την έλλειψη πράσινου. Κάποια ελαιόδεντρα περιφραγμένα με πετρόκτιστους φράχτες, γερτά και μαδημένα απ’ τον αέρα –‘τυραννισμένα’, όπως τα ονόμασε ο φίλος μου, ο Δημήτρης ο Ρίνης- σε ημιάγρια κατάσταση, συχνά με ένα μικρό σπιτάκι στην περίφραξη, είναι όλο κι όλο το πράσινο του νησιού.
Γενικά για την Κάσο:
Εδώ ο επισκέπτης εντυπωσιάζεται με τους αργούς ρυθμούς της ζωής και την φιλικότητα των κατοίκων. Είναι ένα μέρος που ο κόσμος ακόμα λέει ‘καλημέρα’, που τα μαγαζιά αργούν ν’ ανοίξουν το πρωί και κλείνουν οπωσδήποτε το μεσημέρι, χωρίς το κυνήγι του ‘πελάτη’ να αλλάζει την καθημερινή ρουτίνα. Όσον αφορά τα προϊόντα είναι πασιφανές ότι το νησί βασίζεται στην τροφοδοσία απ’ την Κρήτη, τουλάχιστον σε οπωροκηπευτικά, λάδι, κρασί και είδη πρώτης ανάγκης. Ωστόσο ψάρι, κρέας και γαλακτοκομικά είναι ντόπια κι εξαιρετικής ποιότητας! Όσες ταβέρνες επισκεφτήκαμε, το φαγητό ήταν νόστιμο και οι μερίδες υπερβολικά μεγάλες. Κυρίως ψάρι και κάποια θαλασσινά, που εδώ τα ‘χουμε πια ξεχάσει, όπως σαλάχι, πεταλίδες, ντόπιο γαριδάκι, θράψαλα κ.α.. Στον Φούρνο και στο Ζαχαροπλαστείο του Φρυ, που είχαν την τιμητική τους για πρωινό, εντύπωση μας έκαναν οι χορτόπιτες με βλίτα, ντομάτα και ρύζι, τα παξιμαδάκια με το γλυκάνισο (μοσχομύριζε το μαγαζί), τα τουρσιά με κρίταμο. Επίσης το γεγονός ότι όλα τα σνακ –αλμυρά και γλυκά- ήταν χειροποίητα κι όχι βιομηχανοποιημένα!
Εγκαταλελειμμένο πάντως δεν το λες το νησί και φαίνεται ότι χρήμα πέφτει. Πολλές παιδικές χαρές, δύο γήπεδα, υπαίθρια γυμναστήρια, πλήθος ωραίες, καλά συντηρημένες και φρεσκοβαμμένες εκκλησίες -όλες αφύλακτες, μόνο μ’ ένα μάνταλο-, ωραία σχολικά κτίρια, δημοτική βιβλιοθήκη με πρόσοψη-διαμάντι, ιατρείο, αεροδρόμιο, λιμάνι, ωραίο Δημαρχείο, κανα-δυο μουσεία… Τα συντηρούν το μεράκι των κατοίκων και τα εμβάσματα από το εξωτερικό. Οι ξενιτεμένοι Κασιώτες δεν ξεχνούν τον τόπο τους κι επιστρέφουν μαζικά σχεδόν κάθε καλοκαίρι. Εντύπωση μας έκανε ότι και τα εγγόνια τους ακόμα μιλούν πολύ καλά τα ελληνικά –αν και με κάποια προφορά- και ξέρουν τον τόπο τους σαν να ‘ναι ντόπια. Κάναμε φίλους, παρέες, ενδιαφέρουσες συζητήσεις ως αργά. Αφήσαμε τέλος εκκρεμότητες, ίσως για να ‘χουμε ένα λόγο να ξαναπάμε κάποια στιγμή. Σας ευχαριστούμε, φίλοι Κασιώτες, για τη φιλοξενία, την καλή παρέα και το πλατύ χαμόγελο και κυρίως για την περηφάνια, που σας διακρίνει!
ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ:
Τον Ηλία Μαστροπαύλο, Δημοτικό Σύμβουλο και Πρόεδρο της ΚΟΔΕΔΗΚ (Κοινωφελούς Δημοτικής Επιχείρησης Δήμου Κάσου), που έλειπε, όταν επισκεφτήκαμε το νησί, γιατί είχε υποχρεώσεις με τη θεατρική ομάδα και το έργο «Κασιώτες καπεταναίοι», αφιερωμένο στην συμβολή της ηρωικής νήσου στην επανάσταση του 1821, αλλά βοήθησε από την αρχή να καταρτιστεί το πρόγραμμα και να παρακαμφθούν όλα τα εμπόδια,
Τον Δημήτρη Ρίνη, που παρέλαβε τη σκυτάλη με την άφιξή μας κι αποτέλεσε ‘άγρυπνο φύλακα’ και οδηγό, ενίοτε και ‘φωτορεπόρτερ’, σε κάθε μας βήμα στο νησί, ως και την αναχώρησή μας.
Και την υπόλοιπη Ομάδα των Περιπατητών (τον Δημήτρη Καλπογιάννη, το Μανώλη Παρλή, τον Ντίνο Ζάχαρη, τη Δήμητρα Μανούσου με την ωραία τη ταβέρνα το ‘Μελτέμι’, που μας συνόδεψαν στον Πρίωνα και όχι μόνο)
Τον Δήμο Κάσου, τον Αντιδήμαρχο, κύριο Νικολάου και τον οδηγό του δημοτικού λεωφορείου, το Γιάννη Μηνά
Το κεντρικό πρακτορείο ‘Ορφανουδάκη’ στη Σητεία και το πλήρωμα του Paros jet - Την οικογενειακή ομάδα του Kassos Princess.
ΑΡΧΗΓΟΙ: Μετζογιαννάκη Μαρία, Λεωνίδας Κλώντζας
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Μετζογιαννάκη Μαρία, Λεωνίδας Κλώντζας
ΒΙΝΤΕΟ: Λεωνίδας Κλώντζας, Δημήτρης Ρίνης
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ: Μετζογιαννάκη Μαρία